Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Στο δρόμο



   Έξω έκανε ψωφόκρυο. Ήταν ένα συνηθισμένο, χειμωνιάτικο, υγρό και ομιχλώδες πρωινιάτικο κρύο. Ήταν σχεδόν μέρα αλλά όχι ακόμα. Ο Σ. βγαίνοντας από την πολυκατοικία του ένιωσε την ψύχρα να τον περικυκλώνει απορροφώντας του ραγδαία όλη την ενέργεια, παίρνοντας μακριά όλες του τις σκέψεις. Είχε ξυπνήσει γεμάτος «δεν» και «όχι» και ο καιρός φάνηκε να του δίνει τη χαριστική βολή.
   Οριακά έτσι όπως ήταν έτρεξε να μπει στο αμάξι, να ζεστάνει λιγάκι τον κινητήρα και να ανοίξει τον αέρα για να εξισορροπήσει την κατάσταση. Παλιά άνοιγε κατ’ ευθείαν το air condition. Περασμένα μεγαλεία. Το κλιματιστικό κατάπινε βενζίνη που ο Σ. δεν είχε την πολυτέλεια να μετουσιώνει σε ζεστό αέρα και μάλιστα είχε δει ότι σε έκτακτες καταστάσεις παγετού που το άναβε ή τελοσπάντων όταν είχε κόσμο στο αμάξι, αυτό επιτάχυνε πιο αργά κι από ντεσεβό.
   Μόλις ζεστάθηκε λίγο το πετσί του, άνοιξε μηχανικά το ντουλαπάκι στα δεξιά του, άπλωσε το χέρι του κι άρπαξε το ραδιόφωνο ενώ ταυτόχρονα με το αριστερό έβγαλε ένα μικρό φλασάκι από τη τσέπη του δερμάτινου μπουφάν του και τα εφάρμοσε όλα στη σωστή τους θέση. Είχε βρει πρόσφατα ένα καινούργιο συγκρότημα και είχε κατεβάσει τη δισκογραφία τους. Διασκέδαζε να ανακαλύπτει καινούργιες μουσικές στο δρόμο για τη δουλειά. Βέβαια, και πάλι, τον τόνο έδιναν τραγούδια που ήδη είχε εντοπίσει πως του άρεσαν περισσότερο από άλλα. Αν και ξεκινούσε με τη διάθεση να επιτρέψει στο συγκρότημα να ξεδιπλώσει τη δουλειά του, ωστόσο πάντα κάτι συνέβαινε και, απομνημονεύοντας ο Σ. τη θέση τους στο αρχείο, διάλεγε να ακούει ξανά και ξανά τα καινούργια αγαπημένα του τραγούδια μέχρι που να τα σκυλοβαρεθεί και επιτέλους να αφήσει το αρχείο να τρέξει φυσικά.
   Πηγαίνοντας στη δουλειά έκανε μια μικρή στάση να πάρει τον γείτονα και συνάδελφο του, τον Κώστα. Αναμφίβολα δεν ήταν η αδυναμία του Σ. καθώς δεν έδεναν και πολύ σα χαρακτήρες σε πολλά και διάφορα, αν και πρέπει να πούμε ότι ο Κώστας είχε δεχτεί με ευκολία και ανάλαφρο τρόπο την απόφαση του Σ. να καταργήσει το κλιματιστικό μέσα στο βαρύ χειμώνα. Ο ήρωας μας ποτέ δεν είχε καταλάβει αν το αίσθημα της υποχρέωσης, δηλαδή το ότι του έκανε εξυπηρέτηση, είχε φιμώσει την πιθανή δυσαρέσκεια του Κώστα για το κρύο στο αμάξι ή αν εν τέλει θα έκανε κι αυτός στη θέση του το ίδιο. Ο φίλος του Σ. δεν είχε αυτοκίνητο, έλεγε ότι αγαπούσε τα λεωφορεία, ότι απολάμβανε αυτό το περιττό χάσιμο χρόνου και το να περιμένει και μάλιστα ότι μερικές φορές του χάριζε τη δυνατότητα για μερικές εκλεκτές καινούργιες γνωριμίες και κατακτήσεις. Ωστόσο ο Σ. κατά βάθος πίστευε ότι ο Κώστας φοβόταν την οδήγηση με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τον παρατηρούσε συχνά να χαζεύει αριστερά και δεξιά τους πεζούς και τα μαγαζιά μα σπάνια τη διαδρομή και την κίνηση του δρόμου. Μάλιστα πολλές φορές εμπόδιζε την όραση του Σ. στα στοπ ή κατά καιρούς έκρυβε το πλαϊνό δεξί καθρέφτη πράγμα που εκνεύριζε πολύ τον Σ. Όταν έδειχνε να μην υπολογίζει καθόλου το ρόλο του οδηγού, σαν ένα παιδί που κάνει βόλτα με το τρενάκι του λούνα παρκ, ο Σ. συνήθιζε να φρενάρει δυο και τρεις φορές απότομα και τη τελευταία στιγμή από το μπροστινό αυτοκίνητο μπας και τον φέρει στα συγκαλά του.
   Ο Κώστας κοίταξε το ρολόι. «Πάλι θα αργήσουμε» είπε γεμάτος απογοήτευση και με μια δόση αγωνίας. «Πολύ πιθανόν» απάντησε ο Σ. «γι’ αυτό θα έχεις περισσότερο χρόνο να σκεφτείς μια καινούργια δικαιολογία ή τελοσπάντων ένα ωραίο τρόπο να ξεγλιστρήσουμε με στυλ από το κράξιμο του Ευθύμη, δε σε φοβάμαι κάτι θα βρεις» είπε εξαφανίζοντας προς στιγμήν τις ανασφάλειες του Κώστα. «Ναι, εντάξει, δεν θα είναι και πολύ δύσκολο, αν και το τελευταίο καιρό αργούμε συνέχεια, ξέρεις ότι πλέον έχουμε στοχοποιηθεί, δε θα ΄ναι και τόσο εύκολο όπως παλιά, έχουν σφίξει τα πράγματα» απάντησε με επιφύλαξη και κέρδισε μερικούς πόντους πίσω. «Από τη στιγμή που συνεχίζουμε να βρισκόμαστε ανάμεσα στους πιο παραγωγικούς στη δουλειά μας, το καλύτερο σενάριο κυρίως για τον ίδιο τον Ευθύμη είναι να του δώσουμε την κατάλληλη δικαιολογία για να κάνει και πάλι τα στραβά μάτια. Άστα αυτά, βρες κάτι σύντομο και καλό γιατί όπου να ‘ναι φτάνουμε» είπε ο Σ. με μια τελειωτική χροιά για το ζήτημα.

Συνεχίζεται...


Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Κολυμπώντας στο όνειρο


   Ήσουν σε βαθύ ύπνο. Δυστυχώς δε θυμάσαι καμία λεπτομέρεια από το περίεργα ενδιαφέρον όνειρο που νιώθεις ότι έμεινε στη μέση και η παγωμένη αίσθηση, αυτή που προκαλεί το ξυπνητήρι, κάνει τις πρώτες στιγμές της μέρας σου αληθινά δυσβάσταχτες. Τσεκάρεις το κινητό για να διαπιστώσεις πόσο χρόνο έχεις μέχρι να φύγεις για τη δουλειά που, αλίμονο, ποτέ δε φανταζόσουν ότι θα γινόταν η καθημερινή ρουτίνα σου. Κάθε πρωί, με θρησκευτική ευλάβεια, έρχεται στο μυαλό σου στις πρώτες σου σκέψεις. Ευτυχώς το έχεις συνηθίσει κι έτσι μπορείς να το πνίγεις. Αλλά μερικά πρωινά η απέχθεια που προκαλείται από την αδυναμία σου να αλλάξεις τα πράγματα σε έχει κάνει να αναζητάς εξόδους διαφυγής.
   Ανοίγεις το κινητό σου και μπαίνεις στο ίντερνετ. Ψάχνεις στο google τη φράση "όμορφα πρωινά", πατάς στις εικόνες, βρίσκεις γρήγορα μια προσεγμένη εικόνα ενός ηλιοβασιλέματος επιπέδου Σαντορίνης και πάνω, την ορίζεις ως φόντο. Σιχαίνεσαι τον εαυτό σου όταν γίνεσαι απαισιόδοξος και μίζερος. Άλλωστε οφείλεις να ελπίζεις ότι τελικά κάτι μπορεί να αλλάξει. Χαμογέλα και όλα θα πάνε καλά σκέφτεσαι.
   Παρατάς το κινητό και ταυτόχρονα ό,τι σκεφτόσουν μέχρι τώρα και βγαίνεις στο μπαλκόνι. Γεύεσαι την μυρωδιά του πρωινού ενώ πιάνεις και τον ήχο μιας απαλής ροής που ξέρεις ότι οφείλεται στην πρωινή κίνηση της Αθήνας. Στέκεσαι λίγο, απολαμβάνεις δυο-τρεις βαθιές καθαρές ανάσες και ξαναμπαίνεις μέσα.
   Φτιάχνεις καφέ, πας τουαλέτα, τρως πρωινό. Βάζεις Παπαδάκη στην τηλεόραση. Δεν είναι σίγουρο γιατί σου αρέσει ακόμα αυτός ο -πλέον-παππούλης, μπορεί γιατί είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα στοιχεία ρομαντισμού στη ζωή σου, κατά βάθος τον θαυμάζεις που αρνείται πεισματικά να ξεπουληθεί. Ξαναπλησιάζεις το κινητό με αφορμή να δεις πόσο χρόνο έχεις ακόμα μέχρι να φύγεις. Κατά βάθος θες να καμαρώσεις την απρόβλεπτη μα φοβερή πρωινή σου ιδέα να αλλάξεις το φόντο της συσκευής σου.
   Παρασύρεσαι, μπαίνεις στο facebook να δεις αν συνέβη κάτι αξιόλογο την προηγούμενη αργά το βράδυ που, αναγκαστικά, κοιμήθηκες νωρίς. Πετυχαίνεις ένα ρητό από ένα διαδικτυακό φίλο σου με τον οποίο έχετε ανταλλάξει άπειρα like μα ποτέ κουβέντα: "Ο δρόμος της υπερβολής οδηγεί στο παλάτι της σοφίας" William Blake. Σου αρέσει. Κάνεις like, πας να το κοινοποιήσεις κι εσύ. Σκέφτεσαι τι θα γράψεις για να το κάνεις "δικό σου". Γράφεις καλημέρα και τρία θαυμαστικά. Το κοιτάς κινδυνεύοντας να επιστρέψεις στη μιζέρια. Είναι που η φλυαρία του Παπαδάκη σε εμποδίζει από το να σκεφτείς κάτι καλύτερο, σκέφτεσαι. Τελικά το σβήνεις τελείως. Όλα αυτά είναι βλακείες, ο χρόνος περνάει και πρέπει να συγκεντρωθείς.
   Ντύνεσαι ωραία και με άποψη, βάζεις το ακριβό σου ρολόι, πας να φτιάξεις τα μαλλιά σου. Κοιτάς στον καθρέφτη και μετά το αίσθημα αυταρέσκειας που πάντα νιώθεις όταν κοιτάς το ειδωλό σου, βλέπεις βαθιά μέσα στα μάτια σου και ψελλίζεις στον εαυτό σου: "πάμε να τους δείξουμε ποιος είμαι". Γελάς αυθόρμητα μα και σαρδόνια. Εκούσια σβήνεις το βαθύ βλέμμα από πάνω σου που για έναν ανεξήγητο λόγο βγαίνει ακούσια και φυσικά μόνο στον καθρέφτη.
   Σοβαρεύεις. Το μυαλό σου αδειάζει, οι κινήσεις σου γίνονται γρήγορες, συγκεκριμένες, μεθοδικές, αποφασιστικές. Ύστερα από λίγο όλα είναι έτοιμα και στη θέση τους. Αρπάζεις τα κλειδιά, ανοίγεις την πόρτα και βγαίνεις από το σπίτι.
   Είναι μια καθημερινή όπως όλες οι άλλες. Ψέμματα, είναι Πέμπτη. Αναθαρρείς. Πλησιάζει το Σαββατοκύριακο κι έτσι ίσως και να ξενυχτήσεις σήμερα αφού σύντομα θα μπορείς να αναπληρώσεις το χαμένο ύπνο. Αντιλαμβάνεσαι ότι θα ξαναθυμηθείς τον εαυτό σου ξανά αργά το βράδυ. Και γεμίζεις ενέργεια. Ξεχειλίζεις ευγνωμοσύνη που έχεις μια καλή δουλειά και μάλιστα σου δίνεται η δυνατότητα κάπου να φαίνεσαι χρήσιμος...

Σταματόπουλος
  

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Η ανθρώπινη μουσική



   Από μια άποψη, αυτή της μουσικής, υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων. Αυτοί που δεν ακούνε και δεν εκτιμούν καθόλου τη μουσική. Αυτοί βγαίνουν από την εξίσωση είναι τελειωμένη υπόθεση και εκ φύσεως βαρετοί τύποι. Για τους άλλους που ακούνε μιλάω.
   Ελάχιστοι από εμάς πλέον διαλέγουμε τη μουσική που ακούμε. Ενδιάμεσα από τα δυο αυτά άκρα στα γούστα βρίσκεται αχανές το μεγάλο κοπάδι. Πολλοί από αυτούς ακούν τυχαία μουσική στο ραδιόφωνο, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων να έχουν επιλέξει οι ίδιοι κάποιους καλούς δημοφιλείς σταθμούς που παίζουν και καλά ψαγμενιές. Κι ακούν ό,τι τους βάλει ο εκάστοτε παραγωγός κι όχι αυτό που ίσως να ζητάει η διαθεσή τους. Και τα ίδια να παίζει και να μην τους αρέσει το πρόγραμμα, αυτοί θα βάλουν τον αγαπημένο τους ραδιοφωνικό σταθμό από συνήθεια. «Που χρόνος να ασχοληθώ με τη μουσική πιο προσωπικά, δεν υπάρχει χρόνος και άλλωστε ο χρόνος είναι χρήμα» ψελλίζουν. Λίγο πιο χαμηλά είναι αυτοί που ακούν μουσική στο αμάξι απλά για να περάσει η ώρα, μέχρι να σπάσει η κίνηση «ας ακούσουμε λίγο μουσικούλα» φάση. Ακόμα πιο κάτω συναντάμε αυτούς που ακούνε μουσική για να εντυπωσιάζουν τους φίλους τους με το δήθεν ποιοτικό γούστο τους. Πιο χαμηλά ακόμα η μουσική χρησιμεύει για να ντύσει ρομαντικές βραδιές και δείπνα με κεράκια συνοδευόμενα όλα αυτά με μια γερή δόση savoir vivre και καθωσπρεπεισμού. Άλλοι δεν ακούνε παρά μόνο ελληνικά κομμάτια γιατί δεν έχουν αξιωθεί ακόμα να μάθουν αγγλικά. Δεν έχουμε τίποτα με τους Έλληνες καλλιτέχνες, κυρίως τους παλιότερους. Απλά είναι σα να πας ένα μόνο ταξίδι στο εξωτερικό και ύστερα να νομίζεις ότι τα έχεις δει όλα. Ή κάπως έτσι. Ή ας πούμε είναι γνωστό ότι όλοι ακούμε την «ποιοτικότερη» μουσική όταν βγαίνουμε έξω στα μαγαζιά μας. Μιλάμε για ανώτερη μουσική παιδεία η νύχτα της Αθήνας. Για επαρχία ας μη μιλήσουμε καλύτερα. Εξαιρούνται τα παραδοσιακά. Εξαίρεση είναι και ελάχιστα μαγαζιά που προσέχουν τη μουσική τους όταν συνήθως υπάρχει «από πίσω» κάποιος που κάνει τις επιλογές και την αγαπάει τη ρημάδα τη μουσική.
   Φτάσαμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι από τις τρεις κατηγορίες, η πρώτη κατηγορία είναι κουφή, δηλαδή πρακτικά τη βρίσκει μόνο όταν μιλάει. Δεν της αρέσει να ακούει. Η δεύτερη κατηγορία ακούει αλλά με αληθινή πρόθεση τη διαφυγή και την απώθηση, για να ξεφύγει από κάτι άλλο δυσάρεστο που της συμβαίνει, ή να χρησιμοποιήσει τη μουσική για να «φτιάξει κλίμα» ή ακόμη χειρότερα, να σπάσει τη μονοτονία της στιγμής ,όχι δηλαδή ότι την πολυενδιαφέρει στα αλήθεια να ακούσει , η σιωπή να σπάσει και είμαστε καλά. Μιλάμε γι αυτούς που συνήθως παριστάνουν ότι ακούνε τους γύρω τους αλλά δεν το εννοούν, δεν ακούνε πραγματικά.
   Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία, κάποιοι λίγοι. Αλλά όχι τόσο λίγοι που να μη φαίνεται εμφανώς η διαφορά τους με τις προηγούμενες δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που γενικά διαφέρουν από τους παραπάνω αναφέρομαι. Που υποκλίνονται μπροστά στη μουσική. Που έχουν μάθει να ακούνε. Δηλαδή να αφουγκράζονται, να νιώθουν. Και να σκέφτονται λιγότερο. Στην πιο όμορφη στιγμή, ξέρουν να αφήνονται. Το μυαλό τους σταματάει με δέος μπροστά στην ομορφιά της μουσικής που ξεχύνεται στα αφτιά τους και τους παρασύρει. Και ξέρουν ότι η μαγεία της μουσικής είναι το μέσον για να βγάλουν ότι πιο όμορφο κρύβεται μέσα τους. Γνωρίζουν ότι αν υποκλιθούν στην ωραία μουσική, αυτή θα τους το ανταποδώσει στο δεκαπλάσιο και βάλε.
   Εδώ οι περισσότεροι θα πουν, ειδικά αυτοί που ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία: «Ναι σιγά τη διαπίστωση, διαλέγω την τρίτη κατηγορία, οι περισσότεροι μάλιστα ανήκουν εκεί, δεν μας είπες κάτι καινούργιο.
   Έχεις δίκιο φίλε αναγνώστη, αναμφίβολα κι όταν κάνεις έρωτα με το συντροφό σου αντίστοιχα ξέρεις να αφήνεσαι, μόνο που ξεχνάς ότι όταν αληθινά αφήνεσαι, το μυαλό σταματά, δε δίνει εντολές. Του τύπου να προσπαθήσει να νιώσει, να σκέφτεται προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό του «τι γαμάτα που περνάω» μένοντας μόνο στην εικόνα ενώ μεταξύ μας δεν περνάει και τόοοσο ωραία όσο πιστεύει. Έχεις την εντύπωση ότι αν αδυνατείς να νιώθεις το ρυθμό της μουσικής όταν χορεύεις θα μπορέσεις να συντονιστείς με αυτόν του συντρόφου σου? Κάποια πράγματα λειτουργούν με τους ίδιους μηχανισμούς κι εσύ κάνεις μπαμ ότι δεν το χεις. Γιατί νομίζετε ότι οι γυναίκες προσέχουν (έχοντας πάντα το νου τους στον ανδρισμό σου) αν χορεύεις ρυθμικά ή πως χρησιμοποιείς τον τόνο της φωνής σου όταν τους μιλάς? Ή μήπως αυτό δεν λέγεται μουσική?
   Εσύ λες όταν ακούς μουσική στο αμάξι: «χμμ κίνηση ας ακούσουμε λίγο μουσική» με τον ίδιο τρόπο που δε ξέρεις τι να κάνεις με τη ζωή σου και κυνηγάς να ξεχαστείς, να βγεις για μια βόλτα στα μπαράκια μπας και γαμήσεις. Αλλά η εφήμερη ηδονή από την ανεξάντλητη ομορφιά απέχουν πολύ κι εσύ δε μπορείς να παρασυρθείς μέσα στη απόλαυση μιας όμορφης στιγμής γιατί δεν ξέρεις πως είναι να χάνεις τον έλεγχο. Κι αν τα καταφέρνεις καμιά φορά δεν ψάχνεσαι να βρεις γιατί αυτό είναι το ευχάριστο διάλειμμα, δηλαδή η εξαίρεση κι όχι ο κανόνας. Και σίγουρα δε σου αρέσει να μεθάς, άλλο ένα στοιχείο που αποκαλύπτει τη μανία σου για έλεγχο. Ή αντίστροφα, σου αρέσει να μεθάς συνέχεια και να ξεφτιλίζεσαι, να ταπεινώνεσαι, γιατί μόνο μέσα στη μαστούρα και στη ζάλη σου νιώθεις τον έλεγχο να φεύγει. Και θεωρείς ότι είσαι πανέξυπνος και κράζεις τους χαζούς αλλά όταν συναντάς έναν πιο έξυπνο από σένα αποφεύγεις τις κουβέντες μαζί του όπως ο διάολος το λιβάνι, μη τυχόν εκτεθείς. Και έχεις ξεχάσει ακόμα και να γελάς αληθινά, συνήθως δε γελάς, τεντώνεις τους μύες του προσώπου σου γιατί πρέπει να γελάσεις, γιατί γελάνε και οι γύρω σου. Έχεις κάνει μηχανική ακόμα και τη χαρά σου. Τόσο σάπιος είσαι και τόσο φαντασμένος ότι ζεις πραγματικά. Τη διαδρομή ανάμεσα στα ατελείωτα όρια και τους περιορισμούς που βάζει το μυαλό σου εσύ το ονομάζεις ζωή.
   Πάντως την επόμενη φορά που θα κάνετε μια γνωριμία, γιατί σαφώς και δεν έχετε κώλυμα να γνωρίζετε καινούργιους ανθρώπους, εσείς οι υγιείς, όταν ρωτήσετε με αυτό το κλασσικό ανεπαίσθητο ενδιαφέρον ή τελοσπάντων από προσπάθεια, γιατί μάλλον δεν θα τραβάει η κουβέντα και οπωσδήποτε πρέπει κάτι να πεις με τον άλλον, δώστε βάση στην απάντηση του και στην αίσθηση που θα νιώσετε. Αν δεν τραβάει η κουβέντα, η παρέα σας ανήκει στους δεύτερους, πιθανόν μάλιστα να σας πει ακούω τα πάντα αλλά και αυτό το θέμα θα καταρρεύσει γρήγορα γιατί δεν έχει να σου πει εμπειρίες, βιώματα, δεν έχει να σου πει για αγαπημένα τραγούδια του, αδυνατεί να σκεφτεί και να μιλήσει για οτιδήποτε δεν αφορά την παρτούλα του.. Μακριά…
   Γιατί όταν τα πρέπει παλεύουν να σκεπάσουν ολοκληρωτικά τα θέλω σου, μια πάλη που όλοι βιώνουμε μέσα μας, αρχίζεις και ξεχνάς και έχεις παρενέργειες και σε άλλες πτυχές της ζωής σου όπως γίνεται και με τον τρόπο που προσεγγίζεις τη μουσική. Και αυτό το παθαίνεις μεγαλώνοντας. Κι όσο περνάνε τα χρόνια και συ γίνεσαι όλο και πιο ξεροκέφαλος, τόσο χειρότερο γίνεται κι αυτό. Κι έτσι ξεχνάς να αφήνεσαι και να ζεις ολοκληρωτικά μερικές όμορφες στιγμές που θα σου δώσουν το απαραίτητο οξυγόνο για να συνεχίσεις να παλεύεις για τα όνειρα σου..
   Δες τα αυτά στον εαυτό σου και θα μπορείς να τα δεις εύκολα και στους άλλους. Παρατήρησε ειλικρινά και ψύχραιμα και θα καταλάβεις τι εννοώ.

Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Πρωτομαγιά



Πρωτομαγιά


   Όλο το νόημα της ζωής αφορά το σε ποιον και για τι θα θυσιάσεις τον εαυτό σου. Αργότερα έρχεται το γιατί. Αφού έχεις ήδη επιλέξει, ποτέ νωρίτερα.
   Κι αν εργάζεσαι σα δούλος αναγκαστικά και η σκέψη σου θα έχει ποτίσει δουλοπρέπεια.
   Κι αν έχεις πρόβλημα με τη δουλειά, το ωράριο και τα αφεντικά σου, το σημαντικό είναι ότι έχεις περάσει στο ντούκου ότι το κακό ξεκίνησε όταν σκότωσες το αφεντικό μέσα σου.
   Κι αν σκέφτεσαι να κάνεις οικογένεια κάντην αλλά σιγουρέψου ότι δε το κάνεις επειδή φοβάσαι μη μείνεις μόνος ή επειδή σου αρέσει να αντιγράφεις τους διπλανούς σου.
   Κι αν καταριέσαι την αδυναμία σου να έχεις περισσότερα λεφτά για σένα και για τους ανθρώπους που αγαπάς, σταμάτα να σκέφτεσαι πως θα αποκτήσεις περισσότερα και φτιάξε, δημιούργησε. Τα πιο όμορφα και σπουδαία πράγματα βγαίνουν πάντα από το τίποτα.
   Μη μπερδεύεις τη χαρά με την εφήμερη ηδονή. Η τελευταία έρχεται αμέσως όταν την καλείς αλλά αρέσκεται να συνοδεύεται από τον μνηστήρα της, τον πόνο. Ενώ ο δρόμος της χαράς μπορεί να είναι μακρύτερος αλλά παίρνει τον πόνο μακριά.
   Να επιδιώκεις να είσαι ελεύθερος και να καταφέρνεις να περιφρονείς τους άλλους για τη ζήλια και το φθόνο που κρύβουν για σένα πίσω από το γεμάτο «αγάπη» χαμόγελο τους.
   Μην αναγκάζεσαι να γίνεσαι εγκρατής επειδή οι άλλοι τρομάζουν μαζί σου, μην έρχεσαι στα μέτρα τους. Δεν τρομάζουν με εσένα αλλά με την ελευθερία που σέρνεις παντού μαζί σου. Και κυρίως φοβούνται βλέποντας μέσα από σένα ότι η ελευθερία δε κοστίζει τίποτα, είναι τσάμπα. Απλά βρίσκεις το θάρρος να την επιλέγεις.
   Εσύ που καταλαβαίνεις τι εννοώ είσαι ακόμα ζωντανός. Γιατί κάποιοι γεννήθηκαν «νεκροί» και θα πρέπει να μας ανακουφίζει αυτή τους η άγνοια. Ειδάλλως θα μας είχαν κατασπαράξει και κυριολεκτικά, εκτός από ψυχικά, εμάς τους λίγους εναπομείναντες ζωντανούς.
   Φτάνουν οι καιροί που θα χρειαστεί να αναστήσουμε την ευθύνη μέσα μας, πεισματικά να κλείσουμε τα αφτιά μας στις σειρήνες της μάζας και να παίξουμε επιτέλους το παιχνίδι της δημιουργίας, με ό,τι έχει να δώσει ο καθένας από τα «μέσα» του.
   Γιατί ο χρόνος πιέζει, τα μεγαλεπήβολα σχέδια που ήδη υπάρχουν για τους ζωντανούς πλησιάζουν την ολοκληρωτική τους υλοποίηση.
   Διάολε, ας ξεπεράσουμε την καλοπέραση, ας δούμε επιτέλους τους εαυτούς μας, ποιοι είμαστε και σε τι διαφέρουμε κι ας κάνουμε κάτι όλοι εμείς μαζί παρέα.

Σταματόπουλος