Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Η τρίτη δύναμη




   





   Από μια άποψη, από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία, θα λέγαμε πως υπάρχουν δυο κατηγορίες ανθρώπων. Αυτοί που υπακούν περισσότερο και με κάθε κόστος στους ανθρώπινους νόμους και άλλοι που κάπως τους περιφρονούν ή αρέσκονται να τους "σπάνε" - όποτε βέβαια αυτό είναι δυνατόν, αφού έχουν διαπιστώσει ότι οι θεσπισμένοι νόμοι δεν συνάδουν, πάνε κόντρα στο πρώτο και κύριο τους μέλημα. Τη φυσικότητα. 
   Στους πρώτους εντάσσονται οι ορθολογιστές άνθρωποι που συνήθως τους συνοδεύει μια κάπως άκρατη και άκαμπτη λογική. Η μεθοδικότητα, η ακριβής μέτρηση και η γραμμική σκέψη κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή τους. Είναι άκρως αποτελεσματικοί στα καθήκοντα που αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν, όμως για κακή τους τύχη, αγαπώντας το αίσθημα της ασφάλειας, αποφεύγοντας τις υπερβολές, τα ρίσκα και το άγνωστο, καταλήγουν να αναπαράγουν "χρυσές" συνταγές του παρελθόντος. Έτσι παρ' ότι είναι απίστευτα πρακτικοί και λειτουργικοί, αδυνατούν να ξεχωρίσουν. Μοιραία λοιπόν αργά ή γρήγορα, η ζωή τους φέρνει να βρίσκονται σε περίεργη, σε μια άβολη γι' αυτούς θέση: είτε να ρισκάρουν την σιγουριά, την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα που τόσο αγαπούν και εμπιστεύονται είτε να αποδεχτούν ότι οφείλουν να ανοίξουν το πεδίο δράσης τους. Να πειραματιστούν μέσα σε καινούργιους δρόμους, σε αχαρτογράφητους τρόπους, τεχνικές και καταστάσεις, καθώς με τις συνηθισμένες τακτικές που ακολουθούν διαπιστώνουν πως είναι προδιαγεγραμμένο να καταλήγουν μέτριοι σε ότι κι αν επιχειρούν. 
   Στους δεύτερους ανήκουν οι πιο αυθόρμητοι άνθρωποι που ενδεχομένως να γίνονται κάπως ασυνάρτητοι και αυθαίρετοι, όμως, βαθιά συν-αισθανόμενοι το παράλογο της ζωής, έχουν χτίσει ένα πολύ δυνατό ένστικτο που τους επιτρέπει να λειτουργούν συνειρμικά, συσχετίζοντας μοτίβα που ακόμα και οι ίδιοι δύσκολα μπορούν να εξηγήσουν. Βέβαια, ακολουθώντας ένα πιο προσωπικό μονοπάτι, αψηφώντας με κάπως αναρχικό τρόπο τις χρυσές συνταγές, τα εγχειρίδια χρήσης και τις οδηγίες της γραμμικής σκέψης και του ορθολογισμού, στην υπερβολή αυτής της κατάστασης, γίνονται ανορθόδοξοι και αναποτελεσματικοί. Τα "άλματα" που αρέσκονται να κάνουν καταλήγουν να γίνονται αυτοσκοπός κι έτσι μοιραία χάνεται ο προσανατολισμός, η μετουσίωση τους σε κάτι απτό, σε κάποιο έργο. 
   Συνοψίζοντας, για την υλοποίηση ενός project, υπάρχουν δυο κεντρικοί δρόμοι δράσης. Η μέθοδος του αρχιτέκτονα και η τεχνική του κηπουρού. Ο αρχιτέκτονας σκέφτεται, οργανώνει και δομεί τα θεμέλια από την αρχή, γεμίζοντας τα κενά με τις λεπτομέρειες στην πορεία. Ο κηπουρός αφήνει ελεύθερα και φυσικά να αναπτυχθεί κάτι μέσα από την έμπνευση, "κουρεύοντας" τα διάφορα σημεία που εμποδίζουν τη σχηματοποίηση του έργου του.
   Στην ουσία, η διαφορά μεταξύ αυτών των δυο είναι ότι οι "αρχιτέκτονες" ξεκινούν με τη λογική για να καταλήξουν στο συναίσθημα ενώ οι "κηπουροί" δρουν με αντίστροφο τρόπο. Πάντως αυτό που έχει την μεγαλύτερη σημασία είναι να υπάρχει προσωπική άποψη, να αποφεύγεται ο μιμητισμός, να υπάρχει μοναδικότητα πάνω σε αυτό που κάνουμε. 
   Χωρίς την παρουσία του εαυτού μας στην παρούσα στιγμή, το παρελθόν και το μέλλον γίνονται ένα και το ίδιο. Αντιθέτως όντας παρόντες, σε εγρήγορση και εσωτερική διαύγεια, θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε και να ξεσκαρτάρουμε αυτά τα δύο. Αφυπνίζοντας τη συνείδηση μας, μη ταυτιζόμενοι και έξω το δίπολο δράση-αντίδραση, περιφρονώντας το ψυχολογικό βάρος του χρόνου και του σκοτεινού παρελθόντος που χρωματίζει τη δράση(?) του μέλλοντος μας, θα είχαμε τη δυνατότητα να είμαστε οι κηπουροί του παρελθόντος και οι αρχιτέκτονες του μέλλοντος. Θα είμαστε και τα δυο μαζί. Θα είμαστε η τρίτη δύναμη.